φαίνομαι

φαίνομαι
φάνηκα
1. είμαι ή γίνομαι ορατός, γίνομαι θεατός, διακρίνομαι: Από εδώ φαίνεται η θάλασσα.
2. εμφανίζομαι, παρουσιάζομαι, κάνω την εμφάνισή μου: Άργησε, δε φάνηκε ακόμη.
3. εκδηλώνομαι, δείχνομαι, προμηνύομαι: Η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί.
4. είμαι κατά τα φαινόμενα, νομίζομαι, θεωρούμαι: Η γυναίκα δεν πρέπει μόνο να είναι καλή, αλλά και να φαίνεται.
5. απρόσ., φαίνεται συμπεραίνεται: Φαίνεται ότι θα χιονίσει.
6. με γεν. προσωπική αντων., νομίζω, έχω τη γνώμη: Μου φαίνεται ότι είμαι άρρωστος.
7. το ουδ. μτχ. ενεστ. ως ουσ., φαινόμενο (βλ. λ.).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φαίνομαι — φαίνομαι, φάνηκα βλ. πίν. 225 (και ως απρόσ. φαίνεται) Σημειώσεις: φαίνομαι : η μτχ. χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό (το φαινόμενο) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • φαίνομαι — ΝΜΑ, και ενεργ τ. φαίνω Α μέσ. 1. είμαι ή γίνομαι ορατός, διακρίνομαι (α. «δεν φαίνεται από εδώ η θάλασσα» β. «φάνεν δὲ oἱ εὐρέες ὦμοι», Ομ. Οδ.) 2. γίνομαι φανερός, φανερώνομαι 3. προβάλλω, εμφανίζομαι, παρουσιάζομαι (α. «έχει καιρό να φανεί» β …   Dictionary of Greek

  • φαίνομαι — φαίνω A ren. pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγαθοφέρνω — φαίνομαι ανόητος, ή φέρομαι σαν ανόητος, κουτοφέρνω …   Dictionary of Greek

  • αγουροφέρνω — φαίνομαι άγουρος …   Dictionary of Greek

  • αγριοφέρνω — φαίνομαι άγριος, αγριωπός. [ΕΤΥΜΟΛ. άγριος + φέρνω] …   Dictionary of Greek

  • ακροδείχνω — φαίνομαι λίγο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ακρο (ΙΙ) + δείχνω] …   Dictionary of Greek

  • ασπρουδίζω — φαίνομαι σχεδόν άσπρος …   Dictionary of Greek

  • μαυροφέρνω — φαίνομαι μαύρος, έχω τις αποχρώσεις τού μαύρου χρώματος («σαν τα ροδοχαράματα στοιχειά, που μαυροφέρνουνε», Παλαμ.) …   Dictionary of Greek

  • μικροδείχνω — φαίνομαι μικρότερος στην ηλικία από ό,τι είμαι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”